«Φαντασία και μπούρδες!» είπε η Βίκη, η έφηβη καλικάντζαρος, καθώς περιδιάβαινε γεμάτη περιφρόνηση τη Βιβλιοθήκη Θρυλικών Περιπετειών, στο πίσω μέρος της Ταβέρνας του Γκόμπλιν, στη μυθική Κάντια.
«Γιατί δεν ασχολείσαι με κάτι χρησιμότερο απ’ τα παραμύθια;» ρώτησε πλησιάζοντας τον πατέρα της προσεκτικά, για να μην σκοντάψει στα δεκάδες βιβλία που βρίσκονταν σκορπισμένα στο πάτωμα. «Ίσως να μην το ξέρεις, Βίκη…» απάντησε ο καλικάντζαρος, γνωστός στα Γκόμπλιν της Ταβέρνας ως «Παραμυθάς», αφήνοντας στο πλάι το παραμύθι του, «…αλλά λίγα πράγματα στη ζωή είναι χρησιμότερα από τη Φαντασία και τα παραμύθια!».
«Χα! Εδώ κάνεις πάλι λάθος!» απάντησε εκείνη με προφανή ικανοποίηση. «Τα χρήματα είναι σίγουρα χρησιμότερα από κάθε παραμύθι. Και τώρα που το λέμε, μήπως έχεις να μου δώσεις μερικά για ένα πάρτι που έχω το βραδάκι;». «Το ήξερα πως δεν ήρθες εδώ για τα βιβλία…» απάντησε δήθεν απογοητευμένος ο Παραμυθάς, « …αλλά, άκου να δεις τι σκέφτηκα! Τί λες να σου αποδείξω τη χρησιμότητα της Φαντασίας κι εσύ να φύγεις από εδώ μ’ ένα καλό χαρτζιλίκι για το πάρτι σου;» της είπε, κλείνοντάς της το μάτι.
«Εντάξει…» απάντησε εκείνη διστακτικά, «…αλλά ελπίζω να μην αργήσουμε!». «Μην ανησυχείς καθόλου…» αποκρίθηκε ο καλικάντζαρος, ενεργοποιώντας τη μαγική δίνη του Χρονοντούλαπου και ανασύροντας έναν αρχαίο πάπυρο «…και θα τελειώσουμε στο πιτς φιτίλι». «Και πώς αρχίζει η ιστορία μας;» ρώτησε η Βίκη όλο απορία. «Μα με την έλευση της Φαντασίας, βέβαια, 200.000 χρόνια πριν. Κάθισε, λοιπόν, κάπου αναπαυτικά και ξεκινάμε».
Ενότητα Πρώτη: Η έλευση της Φαντασίας (200.000 χρόνια πριν)
Η ιστορία μας, Βίκη, ξεκινά 200.000 περίπου χρόνια πριν, όταν και εμφανίζονται οι ανατομικά σύγχρονοι άνθρωποι, γνωστοί ως Homo Sapiens. Kι αν και δεν διαθέτουν τα κοφτερά νύχια των άλλων ζώων, ούτε το ανθεκτικό κορμί των προγενέστερων συγγενών τους, των Νεάντερνταλ, εντούτοις διαθέτουν ένα νέο είδος αντίληψης της πραγματικότητας. Κι αυτό είναι η Φαντασία.
Όπως τονίζει ο Γιουβάλ Χαράρι στο βιβλίο του: “Homo Deus” οι Homo Sapiens είναι τα μόνα όντα που, πέρα απ’ την αντικειμενική παρατήρηση -πχ βλέπω ένα βουνό- και την υποκειμενική βίωση των πραγμάτων -πχ αισθάνομαι λύπη- διαθέτουν την ικανότητα να συλλαμβάνουν έννοιες αφηρημένες και φαντασιακές, όπως: «ψυχή, φυλή, θεός». Έτσι, με τον Σοφό Άνθρωπο γεννιέται και η Φαντασία.
Όσο και να μην το πιστεύεις, η Φαντασία αποτέλεσε το μυστικό συστατικό της επιτυχίας μας! Χάρη σ’ αυτή δεν χρειαζόταν να περιμένουμε ολόκληρες γενιές προκειμένου η αργή βιολογική μας εξέλιξη να μας προσαρμόσει σε μια δύσκολη πραγματικότητα. Αντίθετα, προτιμήσαμε να προσαρμοστούμε άμεσα στις δικές μας φαντασιακές συλλήψεις -πχ φτιάχνοντας σπαθιά, αντί να εξελίξουμε κοφτερά νύχια- κι αυτό ήταν που μας έβγαλε νικητές στον αγώνα της επιβίωσης. Φαντασία – Βιολογία: 1-0.
Κι αν ένα ρητό ταιριάζει στην ενότητα αυτή, είναι του Άλμπερτ Αϊνστάιν: «Η λογική θα σε πάει από το Α στο Β, η φαντασία θα σε πάει παντού». Η Φαντασία, όμως, δεν θα πήγαινε μακριά, χωρίς ένα απαραίτητο εργαλείο που ήρθε πολλά χρόνια αργότερα…
Ενότητα Δεύτερη: Η γλώσσα της Φαντασίας (70.000 χρόνια πριν)
Τι να την κάνεις τη Φαντασία, αν δεν μπορείς να την μοιραστείς με τους άλλους; Έτσι, σύμφωνα πάντα με τον κ. Χαράρι, οι πρόγονοί μας, 70.000 χρόνια πριν και κατά τη διάρκεια της Γνωσιακής Επανάστασης, άρχισαν να κωδικοποιούν τις φαντασιακές τους συλλήψεις σε νέες λέξεις ικανές να εκφράζουν με ακρίβεια τις νέες αφηρημένες ιδέες των ανθρώπων.
Έχεις σκεφτεί, πόσο πιο φτωχή θα ήταν η γλώσσα μας χωρίς τις παρομοιώσεις, τις προσωποποιήσεις και τις αλληγορίες που χρησιμοποιούμε καθημερινά; Από τότε που την εμπιστευτήκαμε, η γλώσσα της Φαντασίας έγινε ο χάρτης που χαράζουμε την πορεία μας, ο καμβάς στον οποίο ζωγραφίσουμε τα όνειρά της και το ηχείο μέσα απ’ το οποίο διαχέεται η μουσική των συναισθημάτων μας.
Και η γλώσσα της Φαντασίας δεν σταμάτησε εκεί! Σύντομα, έγινε το εργαλείο του πρώτου Παραμυθά, του προπάτορα του ηθοποιού, του προφήτη, του συγγραφέα και του πολιτικού κι όλων όσοι μας εμπνεύσουν με τα οράματά τους. Κι η πρώτη του πράξη στον κόσμο ήταν να πλάσει το Παραμύθι, με υλικά τη γλώσσα της φαντασίας κι ιστορίες απ’ τα όνειρά του.
Κι αν υπάρχει ένα ρητό που να ταιριάζει εδώ, αυτό είναι του Henri Gοugaud: “Τα παραμύθια είναι κομμάτια από όνειρα που κατάφεραν να αυτονομηθούν”. Αλλά, ας προχωρήσουμε για να δούμε τα παραμύθια να εξαπλώνονται παντού.
Ενότητα Τρίτη: Η οικουμενική διάσταση του παραμυθιού
Το παραμύθι, Βίκη, είναι οικουμενικό! Αυτό το επιβεβαιώνουν και οι διάσημοι παραμυθάδες γνωστοί ως αδελφοί Γκριμ, που έλεγαν πως τα παραμύθια μοιάζουν με έναν σπασμένο πολύτιμο λίθο που τα κομμάτια του σκόρπισαν παντού στη γη. Κι όντως, όπως επισημαίνει η Λίλη Λαμπρέλλη στο βιβλίο της: «Λόγος εύθραυστος κι αθάνατος» τα θέματά τους είναι παρόμοια παντού.
Θα φανταζόσουν ποτέ πως η Οδύσσεια θα είχε κοινά θέματα μ’ ένα παραμύθι που εξελίχθηκε σε μια διαφορετική ήπειρο; Κι όμως, στην αρχαία ινδιάνικη ιστορία Κόκκινος Κύκνος ο ήρωας, όπως κι ο Οδυσσέας, φεύγει σε μια αποστολή, κατεβαίνει κάποια στιγμή στον Κάτω Κόσμο κι επιστρέφοντας, τελικά στο σπίτι του σώζει τη γυναίκα του από τη διεκδίκηση των αδελφών του. Σου θυμίζει κάτι;
Κι αν αναρωτηθείς το λόγο της ομοιότητας αυτής, θα σου απαντήσει ο γνωστός ψυχολόγος Καρλ Γιούγκ, λέγοντας πως: «Τα παραμύθια είναι τα όνειρα του συλλογικού ασυνείδητου». Η παγκόσμια ψυχή στρέφεται, δηλαδή, στις ίδιες πάντα ιστορίες, για να διερευνήσει τα οικουμενικά ερωτήματα που μας αφορούν όλους, όπως π.χ. το νόημα της ζωής και η σκοπιμότητα του θανάτου.
Και η ομοιότητα επεκτείνεται και στους ήρωες των παραμυθιών! Οι ήρωες, όπως η Κοκκινοσκουφίτσα ή ο Σρεκ, αποτελούν «Αρχέτυπα», αναγνωρίσιμα δηλαδή είδη προσωπικοτήτων που εμφανίζονται σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον γνωστό Ρώσο λαογράφο, Vladimir Propp στα παραμύθια παρουσιάζονται πάντα εφτά είδη προσωπικοτήτων: ο ήρωας, ο ψεύτικος ήρωας, ο κακός, ο βοηθός, η πριγκίπισσα, ο επιχορηγός κι ο κελευστής.
Κι όχι! Εσύ δεν είσαι η Πριγκίπισσα που περιμένει τον Πρίγκιπα στην Χιονάτη. Γιατί, τα Αρχέτυπα που κατοικούν μέσα στο παραμύθι, είτε καλά είτε κακά, αποτελούν απλώς ένα κομμάτι του εαυτού σου. Κι έτσι ο Πρίγκιπας, η Πριγκίπισσα, ο Κακός κλπ είναι όλα ορμές, φοβίες και τάσεις που κλείνουμε όλοι μέσα μας. Στην πορεία, βέβαια, της ιστορίας τα αρνητικά στοιχεία που κρατάμε εγκλωβισμένα στο σκοτάδι της πίκρας, της ενοχής και της λήθης, αναδύονται σταδιακά στο φως. Κι όσο το παραμύθι φτάνει στο τέλος του τόσο αυτά ενώνονται με τα ευγενή και δυνατά μας χαρακτηριστικά, συνθέτοντας την ολοκληρωμένη μας προσωπικότητα.
Και η σύνδεση των Αρχετύπων μέσα μας, επιβεβαιώνεται κι απ’ την παραμυθού Λίλη Λαμπρέλλη, όταν λέει:: «Εμείς είμαστε η Κοκκινοσκουφίτσα (το κορίτσι την πρώτη μέρα της περιόδου του), εμείς η Μάνα και η Γιαγιά (τα πρότυπα των μεγαλύτερων γυναικών), εμείς ο Λύκος-φόβος και ο Κυνηγός-ελευθερωτής». Ας εξερευνήσουμε, όμως, ακόμη βαθύτερα την ψυχολογική προσφορά του παραμυθιού…
Ενότητα Τέταρτη: Η ψυχολογική προσφορά του παραμυθιού
Έχω περάσει κι εγώ τα ζόρια της εφηβείας και ξέρω πως το πέρασμα στην ενηλικίωση μοιάζει πολλές φορές με άλμα στο κενό. Κι ενώ κάποιοι λαοί, όπως οι Βανουάτου του νησιού «Pentecost», το βλέπουν κάπως κυριολεκτικά, με το έθιμο ενηλικίωσης γνωστό ως «Gol», οι περισσότεροι διαλέγουν να προετοιμαστούν για τις μελλοντικές προκλήσεις της ζωής με αλληγορικές ιστορίες.
Βέβαια, υπάρχουν κι άλλα στάδια της ζωής που όλοι καλούμαστε να περάσουμε, όπως το πέρασμα στον έγγαμο βίο ή το πέρασμα απ’ τη ζωή στο θάνατο. Για το τελευταίο αυτό στάδιο ο παραμυθάς, Στέλιος Πελασγός, στο βιβλίο του «Τα μυστικά του παραμυθά», τονίζει πως οι αλληγορικές ιστορίες βοηθούν τους γηραιότερους να υπερβούν το φάσμα του θανάτου με κύριο μέσο την παρηγοριά. Εξάλλου, παραμυθώ στα αρχαία ελληνικά σημαίνει παρηγορώ, κι αυτή είναι μια βασική λειτουργία του παραμυθιού, που, αντίθετα με την κοινή άποψη, δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά.
Κι αν ρωτήσεις τον τρόπο με τον οποίο μας βοηθά το παραμύθι, έχουμε πλέον καταλάβει πως λειτουργεί μ’ έναν τρόπο βαθύτερο από τη λογική. Κι ότι παρουσιάζοντας έναν ήρωα με τα ίδια προβλήματα που έχουμε κι εμείς, μας βοηθά να ταυτιστούμε μαζί του, υποφέροντας στις δυστυχίες του και παίρνοντας θάρρος απ’ τις νίκες του. Κι όταν με το καλό ο ήρωας πετύχει τον στόχο του, τότε έχουμε μάθει κι εμείς τον τρόπο για να πετύχουμε τον δικό μας.
Την ψυχολογική προσφορά του παραμυθιού επισημαίνει πάλι η Λίλη Λαμπρέλλη, λέγοντας πως: «Τα μαγικά παραμύθια συντροφεύουν τις ατομικές πορείες ζωής προς την ουσιαστική ενηλικίωση». Ας δούμε, όμως, τώρα το παραμύθι να θεμελιώνει τον πολιτισμό.
Ενότητα Πέμπτη: Το παραμύθι οραματίζεται τον Πολιτισμό
Τα παραμύθια δεν είναι όλα τα ίδια. Σύμφωνα με τον συγγραφέα Joseph Campbell στο βιβλίο «Η Δύναμη του Μύθου», οι πρωτόγονοι άνθρωποι σταδιακά αντιλήφθηκαν τη διάκριση των αλληγορικών τους ιστοριών σε δύο είδη: τις διασκεδαστικές, που στην Ινδία -κατεξοχήν χώρα του παραμυθιού- αποκαλούν «Ντεσί», και τις μεταφυσικές και θεραπευτικές, που αποκαλούν «Μάργκα» ή αλλιώς «το Μονοπάτι». Αυτό το δεύτερο είδος ιστοριών εμφανίζεται, κατά τους ειδικούς και στις βραχογραφίες σπηλαίων της Ινδονησίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας και του Αμαζονίου, χρονολογημένες από 50.000 ως και 12.000 χρόνια πριν.
Έχεις αναρωτηθεί ποτέ, αν υπάρχει Θεός; Το ίδιο φαίνεται να κάνουν και οι πρόγονοί μας αυτή την εποχή. Κι αν οι βραχογραφίες δείχνουν την παγκόσμια εξάπλωση των μεταφυσικών ιστοριών, οι ταφές της ίδιας περιόδου -με τους νεκρούς σε στάση εμβρύου δίπλα σε κτερίσματα– αποδεικνύουν την εμφάνιση της κοινωνικής τελετουργίας. Έτσι, ο συμβολικός χαρακτήρας των ιστοριών και των κοινωνικών τελετών βοήθησε τους ανθρώπους να αποδεχτούν ψυχικά το επόμενο εξελικτικό τους βήμα, που ο Joseph Campbell καταγράφει, λέγοντας πως: «η τελετή είναι ο αμεσότερος τρόπος βίωσης μιας αόρατης πραγματικότητας»
Κι αν με ρωτήσεις ποια είναι αυτή η «αόρατη πραγματικότητα», θα σου απαντήσω κάτι που μάλλον έχεις ήδη καταλάβει. Ότι, δηλαδή, πίσω απ’ τη φαινομενικά απλή ζωή μας κρύβεται μια πνευματικά ανώτερη αλήθεια μαζί με την υπόσχεση για έναν κόσμο καλύτερο. Και οι πρόγονοί μας, με τα μεταφυσικά παραμύθια και τις τελετές τους, αντιλήφθηκαν την αλήθεια ενός ανώτερου Ανθρώπου που κρυβόταν μέσα τους αλλά και μια καλύτερη κοινωνία που θα απέρρεε από την αποδοχή της έννοιας του Ιερού, των αξιών δηλαδή που θα έπρεπε να σέβονται.
Όλοι κρύβουμε ένα κτήνος μέσα μας. Η συνειδητοποίηση, όμως, της ύπαρξης του ανώτερου εαυτού μας συνέβαλε σ’ έναν διαρκή αγώνα εσωτερικής καλλιέργειας που ξεκινά, μάλλον, από τότε. Κι ο άνθρωπος, ταυτισμένος με τον ήρωα των παραμυθιών του, όχι μόνο επιχείρησε να εξελιχθεί, σκοτώνοντας τον δράκο της εσωτερικής του βαρβαρότητας, αλλά επιπλέον, τόλμησε να ονειρευτεί μια πολιτισμένη κοινωνία στα πρότυπα του: «έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα». Η φαντασία, άρχισε να οραματίζεται τον πολιτισμό με μοχλό το παραμύθι.
Τέλος, για το θέμα μας ο γνωστός ψυχολόγος Καρλ Γιούνγκ αναφέρει πως: «Ο πολιτισμός κρύβεται στις αφηγηματικά σχήματα». Ας δούμε όμως και το ρόλο του παραμυθιού στη σύνδεση της κοινότητας.
Ενότητα Έκτη: Η κοινωνική προσφορά του παραμυθιού στις μέρες μας
Θυμάσαι όταν ήσουνα μικρή που σε πήγαινα στο θέατρο για να ακούσουμε παραμύθια; Αυτή η δημόσια παρακολούθηση ενός παραμυθιού, σύμφωνα με τον D. Tedlock στο βιβλίο του: «The Spoken Word and the Work of Interpretation», εξακολουθεί να μας συνδέει με τις τελετές των προγόνων μας γύρω απ’ τη φωτιά του καταυλισμού, όπως φανερώνουν:
- οι νόμοι της αρχής και του τέλους: «Μια φορά κι έναν καιρό…» και πως «…και ζήσαν αυτοί καλά!» που βοηθούν το κοινό να αποσπαστεί απ’ την πραγματικότητα αλλά και να επιστρέψει σώο σ’ αυτήν.
- και η στερεοτυπική τους πλοκή (απειλή – ταξίδι – νίκη – επιστροφή), που συμβολίζει ένα μυητικό ταξίδι προς μια νέα μορφή ζωής.
Η μαγεία όμως του παραμυθιού δεν τελειώνει εδώ! Κι αυτό συμβαίνει γιατί τα παραμύθια μεταφέρουν στο παρόν έναν λόγο πανάρχαιο κι υπερβατικό. Έτσι, όταν ένα παιδί ακούει για πρώτη φορά ένα παραμύθι, τότε η εμπειρία του αυτή το συνδέει με όλο το νήμα των προγόνων του, που γενιά προς γενιά το μετέδωσαν στα παιδιά και τα εγγόνια τους, συγκροτώντας μαζί μας μια φαντασιακή κοινότητα που ενώνει την ακολουθία των γενεών.
Κι όσο ακόμη οι παππούδες μεταφέρουν στα εγγόνια τους τον παραμυθικό λόγο των δικών τους προγόνων, τόσο επεκτείνεται ο κύκλος της φαντασιακής κοινότητας του παραμυθιού, πλέκοντας, νήμα το νήμα, το υφαντό της εθνικής μας παράδοσης.
Και το ρητό που ταιριάζει εδώ είναι του Στέλιου Πελασγού: «Με την προφορική αφήγηση οι παρόντες συγκροτούνται σε μια φαντασιακή κοινότητα μαζί με τους προγόνους και τους απογόνους τους!». Κι εδώ, Βίκη, η αφήγησή μου τελείωσε.
Ενότητα Έβδομη: Η σοφία των νέων
Με το κλείσιμο του παπύρου, ο Παραμυθάς έβαλε το χέρι στην τσέπη κι έβγαλε ένα χαρτονόμισμα, για να εκπληρώσει την αρχική του υπόσχεση.
«Ορίστε τα χρήματά σου, Βίκη!» Μα η κόρη του τον σταμάτησε, «Άσε, δεν χρειάζεται!» «Τί εννοείς;» ρώτησε απορημένος ο πατέρας της. «Πώς θα πας στο πάρτι χωρίς χρήματα;» «Μου φαίνεται, μπαμπά, πως δεν θα πάω στο πάρτι σήμερα.» είπε η Βίκη χαμογελώντας συνωμοτικά. «Θα προτιμήσω να αράξω σπίτι, μ’ ένα ωραίο παραμύθι».
«Και πώς προέκυψε αυτό;» «Έγινε γιατί….» του απάντησε αφοπλιστικά η Βίκη, «….μ’ έκανες να καταλάβω κάτι πολύ σημαντικό για τη φαντασία και τα παραμύθια. Το ότι, όπως οι ιστορίες μάς βοηθούν να αντιληφθούμε τον κόσμο γύρω μας, μπορούν ταυτόχρονα να μας βοηθήσουν και να τον αλλάξουμε, αρκεί να επέμβουμε στην εξέλιξή τους. Να, ας πάρουμε την Κοκκινοσκουφίτσα κι ας την αλλάξουμε λιγάκι. Έτσι, αντί να σκοτώσουμε στο τέλος τον λύκο, όπως εσείς μας μάθατε, εμείς μπορούμε, αν το θελήσουμε, να συμφιλιωθούμε μαζί του, μεταμορφώνοντας μαζί με το παραμύθι και τον δικό μας τρόπο κατανόησης της πραγματικότητας».
«Ουάου!» εντυπωσιάστηκε ο Παραμυθάς, «Ωραία σκέψη» «Και πάει και παρακάτω…» συνέχισε η Βίκη, «…γιατί αν αντιληφθούμε τη ζωή μας σαν το προσωπικό μας παραμύθι, ίσως μπορέσουμε και να την αλλάξουμε, παίρνοντας, τη μοίρα μας στα χέρια μας. Και τότε, μπορεί να κατορθώσουμε και κάτι που πολλοί θεωρούν αδύνατο.». «Και ποιο είναι αυτό;» «Το να καταφέρουμε να γίνουμε η ηρωίδα ή ο ήρωας που πάντα ονειρευόμασταν!» Ο Παραμυθάς κοίταξε την κόρη του με στοργή και κούνησε καταφατικά το κεφάλι του, γεμάτος περηφάνια.
«Βλέπω, Βίκη, πως ο χρόνος μας δεν πήγε εντελώς στράφι!» «Νομίζω, πως έχεις δίκιο, μπαμπά.» αποκρίθηκε εκείνη, φιλώντας τον τρυφερά. «Και πού να δεις και το ρητό που έχω εγώ για σένα!» συνέχισε γεμάτη ενθουσιασμό. «Για πες!» είπε εκείνος όλο ανυπομονησία. «Ο Neil Gaiman έχει πει πως: “Τα παραμύθια ξεπερνούν την αλήθεια, όχι μόνο επειδή μας λένε πως οι δράκοι υπάρχουν, αλλά επειδή μας λένε πως μπορούμε να τους νικήσουμε”».
«Έχεις τόσο δίκιο, καρδιά μου.» είπε ο Παραμυθάς, αγκαλιάζοντας συγκινημένος την κόρη του. «Και για πες μου μπαμπά…» ρώτησε η Βίκη, «…η Ιστορία σου έχει και συνέχεια;» «Βέβαια έχει…» απάντησε εκείνος, «…γιατί αργότερα το Παραμύθι μετατρέπεται σε Μύθο!» «Τέλεια!» απάντησε η μικρή αρπάζοντας απ’ την βιβλιοθήκη το βιβλίο του Χρυσόστομου Τσαπραΐλη: «Παγανιστικές δοξασίες της θεσσαλικής επαρχίας». «Υποθέτω πως θα μου τα πεις όλα την επόμενη φορά».
«Να είσαι σίγουρη! Τα ξαναλέμε, κόρη μου.» είπε ο καλικάντζαρος αποχαιρετώντας την, καθώς εκείνη έκλεινε την πόρτα πίσω της.
Εις το επανιδείν!»
Αφιερωμένο στην κόρη μου, Βίκη.
Βιβλιογραφία
Στέλιος Πελασγός, «Τα μυστικά του παραμυθά», εκδόσεις Μεταίχμιο
Λίλη Λαμπρέλλη, «Λόγος εύθραυστος κι αθάνατος», εκδόσεις Πατάκη
Yuval Noah Harari, «Homo Deus», εκδόσεις Αλεξάνδρεια
Joseph Campbell, «Η δύναμη του μύθου» εκδόσεις Ιάμβλιχος