Λογαριασμός Μέλους

Back to Top

Το Χρονοντούλαπο: Πώς ο Ozzy με έριξε στο πρώτο μου Dungeon ή Ο Δεκάλογος της Dungeon-ολατρείας

Αιώνες πριν, σ’ ένα μέρος μακρινό… 

Δεκαετία του ’90, καλοκαίρι. Η φοιτητοπαρέα του D&D είχε διαλυθεί, λόγω διακοπών κι εγώ έψαχνα ένα παιχνίδι στο PC για να ξεχαρμανιάσω. Για καλή μου τύχη, μετά από ένα επιτυχημένο investigation check (Natural 20), βρέθηκα μπροστά στην πόρτα ενός μικρού, περιφερειακού Video Club, γνωστού ως το λημέρι του «Ozzy», του πιο διαβόητου πειρατή των PC games της πόλης.

Το βρωμερό καταγώγι του Ozzy

Μπήκα στο μαγαζί και τα ρουθούνια μου κατέκλυσε ένας συνδυασμός κλεισούρας κι απλυσιάς, ενώ η αιθαλομίχλη από τον καπνό του τσιγάρου έδινε στο χώρο μια ονειρική διάσταση, όμοια με τα κακόφημα πειρατικά καταγώγια στις περιπέτειες της ομάδας μου.

«Γεια σου, πιτσιρίκο!» με προϋπάντησε ένας ξερακιανός μεσήλικας με μακριά καστανά μαλλιά, έντονα βαμμένα μάτια κι ένα ταλαιπωρημένο T-Shirt στο στήθος με τη στάμπα του θρυλικού Ozzy Osbourne. «Είμαι ο Ozzy κι από games έχω ό,τι τραβάει η όρεξή σου».

«Ξέρετε, παίζω παιχνίδια ρόλων…», ξεκίνησα διστακτικά να του εξηγώ, περιμένοντας να γουρλώσει τα μάτια από άγνοια, πράγμα που συνέβαινε συχνά με αυτή την ατάκα στη δεκαετία του ’90. 

«Κι εγώ το ίδιο!»  αντιγύρισε, «Τα RPG και η Metal είναι η ζωή μου!» 

Ξαφνιάστηκα ευχάριστα και προχώρησα στο προκείμενο «Να… ξέρετε, η ομάδα μου διαλύθηκε για το καλοκαίρι και τώρα ψάχνω για ένα παιχνίδι ρόλων στον υπολογιστή!». 

«Κατάλαβα!», ένευσε ο Ozzy γεμάτος κατανόηση, σηκώνοντας απ’ τα σκονισμένα ράφια του μια μυστηριώδη κούτα. «Έχω εδώ κάτι που μπορεί να… σ’ ενδιαφέρει», είπε, ανασύροντας έναν τσαλακωμένο φάκελο. Τον πήρα κάπως διστακτικά, αλλά σύντομα χαλάρωσα, μόλις αντίκρισα πάνω του την κακοτυπωμένη εικόνα ενός μαχητή, που κατέβαινε μια σκάλα υπό το φως των πυρσών. «Ultima Underworld: The Stygian Abyss» ψέλλισα, εγκρίνοντας τον επικό απόηχο του τίτλου. 

«Και η περιπέτεια πού διεξάγεται; Λίγο σκοτεινά τα βλέπω τα πράγματα», τον ρώτησα δήθεν χαλαρά, αν και το ενδιαφέρον μου είχε αρχίσει, ήδη, να εξάπτεται. 

«Στα Μπουντρούμια!», ανακοίνωσε με ενθουσιασμό. «Η περιπέτεια αυτή θα σε οδηγήσει στους πιο επικίνδυνους λαβυρίνθους που έχει γνωρίσει ποτέ άνθρωπος. Μα καλά! Δεν έχεις ακούσει το “Ghost behind my Eyes”, του Ozzy Osbourne, γνωστού και ως “Πρίγκιπα του Σκότους”;», είπε κι άρχισε να τραγουδάει, με φωνή παράφωνη και κινήσεις που παρέπεμπαν σε παίξιμο ηλεκτρικής κιθάρα, στίχους όπως:

I fight the Demon but it just won’t fall

the voices in my dungeon starting to call”.

«Μπουντρούμια…», αναλογίστηκα με δυσπιστία, αψηφώντας τα γκαρίσματά του μερακλωμένου μεταλλά. «Τι μπούρδα είναι πάλι αυτή;». Από την άλλη, βέβαια, δεν είχα και άλλες εναλλακτικές. Σήκωσα τους ώμους, παραιτημένος, πλήρωσα το ευτελές αντίτιμο και στράφηκα να φύγω. 

Μα ο Ozzy δεν θα μ’ άφηνε να αποχωρήσω χωρίς να πει την τελευταία του λέξη. Έτσι, μ’ έναν κλασικό metal χαιρετισμό, κραύγασε, καθώς έκλεινα την πόρτα πίσω μου, «Θα με ευχαριστήσεις αργότερα, πιτσιρικά. Rock on! ». 

Κι όντως είχε δίκιο, γιατί το παιχνίδι ήταν απίθανο.

Εικόνα Video Club για τους μικρότερους
Γεια σου, βρε Ozzy, Πρίγκιπα!
Το εν λόγω εξώφυλλο

Μέσα στο πρώτο μου Dungeon

Η υπόθεση του παιχνιδιού: Το σκηνικό στήθηκε με μια κλασική προλογική εισαγωγή. Ως ήρωας της ιστορίας, επισκέφτηκα ένα κάστρο ακριβώς την ημέρα που κάποιος απήγαγε από εκεί την κόρη του βασιλιά. Και καθώς όλοι υποψιάστηκαν εμένα για το έγκλημα, καταδικάστηκα να κατέβω στη σκοτεινή άβυσσο, κάτω από το κάστρο, για να την φέρω πίσω. «Σιγά! Αυτά τα έχουμε ξαναδεί…», μουρμούρισα ειρωνικά μπροστά στην οθόνη, μην περιμένοντας και πολλά πράγματα.

Η είσοδος: Αλλά, όπως οι πύλες του μπουντρουμιού έκλειναν πίσω μου και το σκοτάδι του Κάτω Κόσμου με κατάπινε, συνειδητοποίησα πως ήμουν παρατημένος στα σκοτάδια, άοπλος και σχεδόν γυμνός. Την ώρα εκείνη, ένα σακούλι με αντικείμενα, πεταμένο ανάμεσα στα σκουπίδια και σε ανθρώπινα κρανία, φάνταζε ως η μόνη ελπίδα σωτηρίας μου. Κι αφού άναψα το μοναδικό κερί που βρήκα εντός του, διέκρινα στο λιγοστό του φως να χάσκει ορθάνοιχτη στον τοίχο απέναντι η είσοδος ενός λαβυρίνθου.

Η αρχική εικόνα
Το σακούλι στο πάτωμα

Η κατάβαση: Κι όπως βυθιζόμουνα στα δαιδαλώδη του περάσματα κι η φαντασία μου έπλαθε απειλητικά τέρατα σε κάθε σκοτεινή γωνιά του, αμέλησα πλήρως τους απειλητικούς βρυχηθμούς που ακούγονταν όλο και πιο κοντινοί από πίσω μου. Κι αυτό το πλήρωσα πολύ ακριβά! Γιατί λίγο αργότερα ένα αναπάντεχο, πισώπλατο χτύπημα αφαίρεσε τη μισή μου ζωή και μ’ έκανε να πεταχτώ με τρόμο απ’ την καρέκλα μου.

Ένας θανατηφόρος έρωτας: Κι όταν επιτέλους γύρισα, αντίκρισα ένα τρομακτικό Ορκ να με κοιτάζει απειλητικά με τα διαβολικά, κόκκινα μάτια του. Το σκοτάδι, τα γρυλίσματα του Ορκ κι οι απειλητικοί ήχοι του synthesizer στο υπόβαθρο λύγισαν το λιγοστό μου θάρρος και μ’ έκαναν ν’ αρχίσω να τρέχω πανικόβλητος στα βάθη. Να τρέχω σε μέρη άγνωστα και σκοτεινά, χωρίς να προσέξω το… βαθύ χάσμα που ανοιγόταν, ξαφνικά, μπροστά μου! 

Ο θάνατός απ’ την πτώση ήταν ακαριαίος, όπως ακαριαίος ήταν και ο έρωτας μου για το Dungeon Crawl.

oh shit!

Η οικολογία του Κάτω Κόσμου: Το πρώτο μπουντρούμι της ζωής μου ήταν εκεί κι εγώ θα έκανα τα πάντα για να ανακαλύψω κάθε του ζοφερή γωνιά και κάθε κάτοικό του. Κι από τέτοιους είχε πολλούς, καθώς στα βάθη του άνθιζαν ολόκληροι πολιτισμοί ανθρώπων, καλικάντζαρων, νάνων και άλλων φανταστικών πλασμάτων. Πολιτισμοί που άλλοτε πολεμούσαν μεταξύ τους και άλλοτε συνεργάζονταν ενάντια στα φρικτά τέρατα της αβύσσου και στον ανελέητο αρχηγό τους που απειλούσε όλους μας με ολοκληρωτικό αφανισμό.

Η επιστροφή

Ξανά στο Λημέρι: Ο Ozzy με υποδέχτηκε πασίχαρος, όταν ένα μήνα αργότερα πήγα να τον ξαναδώ. Κι αφού διέσχισα το λαβύρινθο των ραφιών με τις βιντεοταινίες, βήχοντας από την κάπνα που γέμιζε το σκοτεινό λημέρι του, τον βρήκα να κάθεται στην ξεχαρβαλωμένη του καρέκλα, φορώντας το ίδιο πάντα ταλαιπωρημένο T-shirt.

Η πώρωση: «Σου άρεσε, το παιχνίδι, έτσι;» με ρώτησε με ύφος αυτάρεσκο κι εγώ, παραδεχόμενος την αλήθεια, κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά. «Δεν είσαι ο μόνος, φιλαράκι!» μου απάντησε, νεύοντας το κεφάλι με κατανόηση. «Για μια τουλάχιστον δεκαετία μετά την κατάβαση στο πρώτο Dungeon η εξερεύνηση των μπουντρουμιών είχε γίνει το ασίγαστο πάθος της κοινότητας του Dungeons and Dragons».

Το σημαντικό ερώτημα: «Μα γιατί, βρε φίλε, Ozzy, να πορωθεί τόσο πολύ κανείς με τα Dungeons;» έπιασα τον εαυτό μου να ρωτάει και ο Ozzy, αρπάζοντας ένα σκαμπό κάτω απ’ το γραφείο του, με έβαλε να κάτσω απέναντί του. Κι αφού καθάρισε για λίγο τη βραχνή φωνή του κι έκρυψε τα μακιγιαρισμένα μάτια του πίσω από τα κυκλικά, μαύρα γυαλιά του, άρχισε να παραθέτει τον: «Δεκάλογο του Ozzy στην Dungeon-ολατρεία».

Ο ΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ DUNGEON-ΟΛΑΤΡΕΙΑΣ

Πρώτος Λόγος: «You shall not pass!»

Όλα, φίλε μου, ξεκίνησαν μ’ ένα βιβλίο. Εν αρχή είναι ο λόγος που λένε και οι Γραφές. Η χαρτόδετη έκδοση του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», στην Αμερική, τo 1965, ήταν τόσο φτηνή, ώστε να κάνει μαζικά διαθέσιμη τη θρυλική ιστορία του στους νεαρούς λάτρεις του Φανταστικού. Για όλους αυτούς η Μόρια αποτέλεσε το αρχετυπικό Dungeon, με χαρακτηριστικά όπως: 

  1. Τη μαγικά σφραγισμένη πύλη της.
  2. Την περιδιάβαση στις άδειες αίθουσες. 
  3. Τη μάχη στον τάφο του Μπάλιν.
  4. Την υποχώρηση στις στοές μπροστά στην πλημμυρίδα των Ορκ.
  5. Την εμφάνιση του Μπάλρογκ στη γέφυρα του Κάζαντ-Ντουμ.
  6. Το γνωστό “You shall not pass!”.

Κι όταν τους δόθηκε η ευκαιρία να ξαναζήσουν αυτή την εμπειρία, μέσω του D&D, δεν θα την άφηναν να πάει χαμένη.

Πω πω καύσωνας! Ας ανοίξω το air-condition!

Λόγος Δεύτερος: «Η Hardcore αισθητική του»

«Μην φτιάξεις μακρύ ιστορικό, ψοφίμι!». Αυτές ήταν και οι πρώτες κουβέντες του DM, όταν σε έβαζε να ρίξεις ζάρια για τουλάχιστον 3 χαρακτήρες, πέραν του αρχικού σου στο πρώτο σου παιχνίδι. Κι αυτό γιατί η ζωή του πρώτου σου ήρωα ήταν τόσο φτηνή όσο και μια τσίχλα στα περίπτερα. Το σκουριασμένο τσεκούρι ενός γκόμπλιν ή ένα μυτερό παλούκι στο βάθος μιας παγίδας ήταν ικανά να κόψουν το νήμα της ζωής του τόσο εύκολα, ώστε συχνά οι ήρωες είχαν έναν αριθμό αντί για όνομα. 

Γιατί, τελικά, σ’ ένα παιχνίδι τύπου Survival-Horror”, όπως ήταν το Dungeon, το μόνο που μετρούσε ήταν η εξέλιξη της ιστορίας, ενώ οι χαρακτήρες αποκτούσαν υπόσταση μόνο αν ζούσαν αρκετά για να την επηρεάσουν. Έτσι, η πρόκληση της επιβίωσης ήταν ο δεύτερος λόγος που έκανε τη μπουντρουμο-κατάβαση τόσο ελκυστική.

Λόγος Τρίτος: «Η Πύλη του Μυστηρίου»

Υπάρχει ένας αρχαιολόγος μέσα σε όλους μας. Όταν ο αρχαιολόγος Μανώλης Ανδρόνικος ανακάλυψε, το 1952, τον ασύλητο τάφο του βασιλιά Φιλίππου της Μακεδονίας, έζησε μια από τις μεγαλύτερες συγκινήσεις της ζωής του. Όπως ο ίδιος λέει: «Εκείνη τη νύχτα – όπως και όλες τις επόμενες – στάθηκε αδύνατο να κοιμηθώ περισσότερο από 2-4 ώρες… Νομίζω πως δεν έχω δοκιμάσει ποτέ στη ζωή μου τέτοια αναστάτωση, ούτε και θα δοκιμάσω ποτέ άλλοτε». Τη συγκίνηση αυτή τη δοκιμάζεις κι εσύ μπροστά στο πρώτο σου Dungeon. Το μνημειώδες σκηνικό και η ορθάνοιχτη πύλη του αποτελεί την καλύτερη πρόσκληση για ένα ταξίδι σ’ ένα συναρπαστικό, μυστηριώδη κόσμο. Έτσι, το κίνητρο της ανακάλυψης θα σε ωθήσει να κάνεις το πρώτο (και ίσως και το τελευταίο) βήμα σου εντός του.

Dungeon Entrance, του Radomir Rokita
Dungeon Entrance, του Radomir Rokita
Echoes of Empire, του William o’ Conor

Λόγος Τέταρτος: Ανοίγοντας το «Kinder έκπληξη»

Μπαίνεις στο μπουντρούμι και δεν ξέρεις κυριολεκτικά τίποτα γι’ αυτό. Το σκοτάδι, η ησυχία, οι άδειες σκονισμένες αίθουσες του πρώτου επιπέδου, αντί να αποφορτίζουν, οξύνουν την έντασή σου για την όποια μελλοντική ανακάλυψη. Και, τότε, αντιλαμβάνεσαι κι εσύ, όπως και κάθε παιδί που πιάνει στα χέρια του μια «Kinder έκπληξη», πως η χαρά της προσμονής υπερβαίνει, συχνά, την απόλαυση της επιβράβευσης. Έτσι, θα περάσεις το άδειο πρώτο επίπεδο του Dungeon πλημμυρισμένος στη ντοπαμίνη, που προσφέρει η ένταση της προσμονής.

Θα την βγάλουμε καθαρή ως το 2ο level;

Λόγος Πέμπτος: «Τί να κάνω μ’ αυτό το ματσούκι;»

Πού πας βρε Καραμήτρο με ένα ξόρκι που έχει ο μάγος στο πρώτο επίπεδο; Γιατί όταν τα ζόρια σφίξουν, κοιτάς τις δεξιότητές σου και αντιλαμβάνεσαι πως είναι ελάχιστες Τότε, ως από μηχανής θεός, εμφανίζεται η «Λίστα του εξοπλισμού», που μένει ίδια κι απαράλλακτη σε κάθε έκδοση του D&D απ’ το 1974. Και μπορεί, σήμερα, να είναι απλά ένα λείψανο μιας περασμένης εποχής, κάποτε όμως ήταν αναντικατάστατη για την επιβίωση στο μπουντρούμι.

Κι αυτό γιατί με το καθρεφτάκι έβλεπες διακριτικά πίσω απ’ τις γωνίες, με το τρίμετρο ματσούκι έλεγχες για παγίδες (είχε την ίδια διάσταση με τα τετράγωνα στο χάρτη του DM), το λάδι έκαιγε τους αντιπάλους ή τους έκανε να γλιστράνε, τα τριγωνικά καρφιά (caltrops) τους σταματούσαν κλπ. Έτσι, αποκτούσες ένα τακτικό πλεονέκτημα, που συχνά έκανε τη διαφορά ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο.

Λίστα εξοπλισμού

Λόγος Έκτος: «Πού πας χωρίς perception;»

Έχεις δει την ταινία «Μονομαχία στο Ελ Πάσο»;. Οι ταινίες για την άγρια δύση στην Αμερική μας συναρπάζουν γιατί μας ταξιδεύουν σ’ έναν κόσμο χωρίς νόμους και κανόνες, εκεί όπου η ευρηματικότητα, η αποφασιστικότητα και το γρηγορότερο πιστόλι είχαν τον πρώτο λόγο. Έτσι ήταν και το D&D, στα πρώτα χρόνια της δημιουργίας του, αφού η έλλειψη ενός αυστηρά καθορισμένου πλαισίου λειτουργίας άνοιγε το δρόμο για την κυριαρχία της επινοητικότητας. Έτσι: 

  • στη διαδικασία της εξερεύνησης η έλλειψη του Perception roll έκανε τους παίκτες να ρίχνουν το βάρος αποκλειστικά στην περιγραφή του χώρου απ’ τον DM, γεγονός που άφηνε περιθώρια διασκεδαστικών παρερμηνειών 
  • στη μάχη όπλα και εργαλεία χρησιμοποιούνταν με πρωτότυπους τρόπους (κοντάρι – επί κοντώ, μαστίγιο -πλοκάμι), ενώ οι σωματικές δυνατότητες των παικτών αποκτούσαν, με μια καλή ζαριά, υπερηρωικές διαστάσεις
  • στην κοινωνική αλληλεπίδραση το Charisma γινόταν το μαγικό κλειδί της επιτυχίας, αφού ένα σαγηνευτικό παρουσιαστικό, ένα πειστικό επιχείρημα ή μια κρυφή απειλή (πάντα, με βοηθό το ζάρι) ήταν ικανά ν’ αλλάξουν κάθε εχθρική διάθεση, ν’ αυξήσουν τις επιβραβεύσεις και να σταματήσουν ακόμη και τις φονικότερες μάχες. 

Λόγος Έβδομος: «Να σέβεσαι!» 

«Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», θα ρωτούσε ο τραμπούκος της ομάδας τα πρώτα πλάσματα που συναντούσε στο μπουντρούμι, πριν αρχίσει να τους επιτίθεται. Και η απάντηση ήταν, σταθερά, «Ο Φούφουτος», γιατί οι μαγκιές δεν πιάνανε στο Dungeon. Και ο τραμπούκος, που ξεκινούσε καυγά στην πρώτη ευκαιρία, μπορούσε να βρεθεί ξεμυαλισμένος (κυριολεκτικά) ήδη από τον πρώτο γύρο, διδάσκοντας στους υπόλοιπους την ανάγκη διπλωματικής προσέγγισης των καταστάσεων. 

Κι αυτό γιατί οι ένοικοι του μπουντρουμιού – ανάλογα με το ζάρι του DM – άλλοτε ήταν εχθρικοί κι άλλοτε φιλικοί, ενώ κάποιοι άλλοι θα συμφωνούσαν σε συμμαχία, αρκεί η ομάδα να αναλάμβανε μια… μικρή αποστολή. Με τον τρόπο αυτό, οι χαρακτήρες εξασκούσαν τις κοινωνικές τους δεξιότητες, αλλά και ο DM διαμόρφωνε την οικολογία του Dungeon με πλάσματα εχθρικά η φιλικά μεταξύ τους, αλλά και με τους χαρακτήρες. 

Θες να γίνουμε φίλοι;

Λόγος Όγδοος:. «Κι όταν τα βέλη τελειώσουν και οι πυρσοί καούν…»

Αν το Dungeon δεν σε σκότωνε αμέσως θα σε χώνευε αργά αργά. Γιατί όσο οι χαρακτήρες κατέβαιναν σε μεγαλύτερα βάθη τόσο οι εχθροί αυξάνονταν και τόσο τα εφόδια λιγόστευαν. Και όταν το νερό και η τροφή τελείωναν, οι πυρσοί και τα ξόρκια εξαντλούνταν, ίσως (λέμε τώρα) να προέκυπτε και κάποιος… απρόβλεπτος παράγοντας (ένας σεισμός, μια μαγική πύλη ή μια παγίδα) που θα απέκοπτε κάθε δρόμο επιστροφής στην επιφάνεια. 

Τότε, το Dungeon μετατρεπόταν σε μια παγίδα θανάτου τόσο φονική, αλλά ταυτόχρονα και τόσο γοητευτική, ώστε να προσδίδει στην περιπέτεια μια ολωσδιόλου νέα διάσταση. Γιατί, από τη στιγμή που κάθε λάθος σήμαινε σίγουρο θάνατο, τότε, κάθε κίνηση υπολογιζόταν με ακρίβεια δευτερολέπτου και ο συνδυασμός των ενεργειών των παικτών γινόταν τόσο αρμονικός, ώστε να θυμίζει ορχήστρα κλασικής μουσικής. Κι αυτό που ήταν κάποτε ένα ασυνάρτητο τσούρμο Murder Hobos, μετατρεπόταν τώρα σε μια απόλυτα συντονισμένη ομάδα adventurers.

Λες να πήρα αρκετά πυρομαχικά;

Λόγος Ένατος: «Κίνητρα και αντικίνητρα»

Όχι φίλε μου! Τα Dungeons δεν ήταν σαν να παίζεις Diablo. Γιατί, ενώ το Diablo σε επιβραβεύει στο θάνατο των εχθρών σου, το Dungeon, ως ένα κλασικό stealth game, το έκανε κυρίως με την απόκτηση του θησαυρού τους. Κι αυτό όχι μόνο επειδή οι θησαυροί ήταν ο καλύτερος τρόπος αποκόμισης εμπειρίας (1gp = 1xp) αλλά και γιατί ταυτόχρονα εξασφάλιζαν την απόκτηση μαγικών αντικειμένων χρήσιμων για τη συνέχεια του παιχνιδιού. 

Έτσι, οι παίκτες μηχανεύονταν έξυπνους τρόπους για να ξεπεράσουν τα εμπόδια. Υπάρχουν παγίδες; «Ας βάλουμε στους διαδρόμους ένα κοπάδι πρόβατα, για να τις ενεργοποιήσουν». Μας κυνηγούν τέρατα; «Πετάξτε τους φαγητό ή τρόφιμα, για να σταματήσουν». Ο αρχηγός των εχθρών έχει οχυρωθεί στο άντρο του; «Ας βάλουμε μια ομάδα αντιπάλων του να του επιτεθούν, την ώρα που εμείς αδειάζουμε το θησαυροφυλάκιό του». 

Αλλά μαζί με τους παίκτες εξελίσσονταν και οι DMs, αξιοποιώντας τα δικά τους τεχνάσματα: Έψαχνες για παγίδες στο πάτωμα; Τότε, σου έπεφτε το ταβάνι στο κεφάλι. Έβρισκες το μόνο κιβώτιο θησαυρού που δεν είναι παγιδευμένο; Τότε, σίγουρα ήταν Mimic. Έβαζες το χέρι σου σε μια τρύπα στον τοίχο, για να αποσπάσεις ένα διαμάντι; Το χέρι σου γινόταν αμέσως σκόνη. Έτσι, οι προκλήσεις κρατούσαν τους παίκτες σε συνεχή εγρήγορση. Αν, μάλιστα, θες να βιώσεις την υπέρτατη εμπειρία φονικού Dungeon, το «Tomb of Horrors», σχεδιασμένο απ’ τον ίδιο τον Πατριάρχη του D&D, Gary Gygax, σε περιμένει με ορθάνοιχτες αγκάλες.

Καλωσήρθες στα λημέρια μας. Τώρα, άρχισε να μετράς τους ψόφους!

Λόγος Δέκατος: «Το ταξίδι του ήρωα»

Έχεις επισκεφτεί ποτέ το «Σπίτι του Τρόμου» σ’ ένα Λούνα Πάρκ; Όπως και με το Dungeon μπαίνεις σ’ ένα μέρος τρομαχτικό, γεμάτο παγίδες και μυστικά περάσματα, οφθαλμαπάτες και αδιέξοδα που σε προκαλεί να το διασχίσεις γρήγορα, πριν το τέρας που σε καταδιώκει σε προφτάσει. Και ίσως να παρατήρησες πως τέτοιου είδους περιπέτειες βιώνεις πότε πότε και στα όνειρά σου ή τις διαβάζεις στους μύθους και στα παραμύθια.

Κι αν σε κάθε μυθολογία υπάρχει ένας θρύλος όπου ο ήρωας καλείται να υπερβεί τις δυσκολίες ενός εχθρικού κόσμου, ο Josheph Cambell στο βιβλίο του: «Η Δύναμη του Μύθου» ανέδειξε το συμβολικό τους χαρακτήρα. Γιατί, όπως αναφέρει, οι ιστορίες αυτές αντανακλούν το στάδιο της μετάβασης του νέου στην ενηλικίωση.

Κι όπως ο έφηβος ήρωας καταδύεται μέσω των μύθων στα δαιδαλώδη βάθη του εαυτού του, φέρνει στο φως πλάσματα δαιμονικά κι αγγελικά που αναδύονται απ’ την ίδια του την ψυχή. Κι αφού μάθει να παλεύει τους δαίμονες και να εμπιστεύεται τους αγγέλους του, θα βρει το δρόμο της αυτοπραγμάτωσης μόνο αν καταφέρει να υπερβεί τον Μινώταυρο στα βάθη της Αβύσσου, που δεν είναι άλλος απ’ τον ανώριμο εαυτό του.

Κι έτσι, το ταξίδι που οι έφηβοι παίκτες των αρχικών Dungeons αποτολμούσαν στα σκοτεινά βάθη της φαντασίας τους, τούς αποκάλυπτε ασυνείδητα το δρόμο για τη δική τους ωρίμανση.  

Κι αυτός ο λόγος ήταν τελικά κι ο πιο σημαντικός για να καταδυθεί κανείς στο Dungeon. 

Ένα ανάγνωσμα που αξίζει τον κόπο!

Επίμετρο

Μετά απ’ όλα αυτά, είχε έρθει η ώρα για να φύγω. Τότε, όμως, ο Ozzy με σταμάτησε.

«Τώρα που φεύγεις πάλι για το Πανεπιστήμιο, έχω να σου κάνε ένα δωράκι. Είναι ένα βιβλίο ενός τύπου που τον λένε R. A Salvatore και πιστεύω πως θα σ’ αρέσει. Ο ήρωας του, ο Ντριζζτ, είναι ένα σκοτεινό ξωτικό και η περιπέτεια διαδραματίζεται υπόγεια, σ’ ένα μέρος που λέγεται Underdark

«Να είσαι καλά, βρε Ozzy!» απάντησα μ’ ευγνωμοσύνη, γραπώνοντας με αδημονία το μικρό βιβλιαράκι που μου πρόσφερε. Στο εξώφυλλο διάβασα τη λέξη «Homeland», ενώ στην εικόνα παρουσιαζόταν σε πρώτο πλάνο ένα σκοτεινό ξωτικό και στο υπόβαθρο ένας μαύρος πάνθηρας, μπροστά απ’ τους μιναρέδες ενός εξωτικού παλατιού.

«Ουάου, φαίνεται εξαιρετικό!» απάντησα εντυπωσιασμένος, αλλά η φωνή μου χάθηκε κάτω από τα γκαρίσματα του Ozzy που εμπνευσμένος απ’ το βιβλίο που μου έδωσε τραγουδούσε με τη συνοδεία μιας φανταστικής κιθάρας τους στίχους του «Thunder Underground»: 

“You think you live forever

You don’t find that profound

You won’t think you’re so clever

When you hear thunder underground”

Ο κλασικός Metal χαιρετισμός ήταν για άλλη μια φορά το σινιάλο για την αποχώρησή μου, ενώ ο Ozzy μού υπενθύμιζε κραυγάζοντας, όπως έκλεινα την πόρτα: «Θα με ευχαριστήσεις…αργότερα, πιτσιρικά. Rock on!»

Ο (πραγματικός) Ozzy. ανιχνεύοντας την πύλη για το Underdark!

Εις το επανιδείν!

Χρήστος Κανέλας
Χρήστος Κανέλας
Τακτικό μέλος │ Αναπληρωματικός Γερουσίας

kanelas_1@hotmail.com

Ο Χρήστος θα ήταν σήμερα ακόμη ένας βαρετά προβλέψιμος πιστός της γνωστής θρησκείας: «Πίτσα, Μπύρα, Ολυμπιακός», αν στα μέσα της δεκαετίας του 80 δεν του συνέβαινε ένα συνταρακτικό γεγονός. Σε μια αραχνιασμένη κόγχη της βιβλιοθήκης του σπιτιού του ανακάλυψε ένα μικρό, μαγικό πλασματάκι γνωστό ως «Χόμπιτ», που του κόλλησε το μικρόβιο της φαντασίας και από τότε τον έχασαν τα γήπεδα και τον κέρδισαν οι βιβλιοθήκες. Πολλά χρόνια αργότερα, ως Φιλόλογος πια και ως παθιασμένος παίκτης του D&D, συνάντησε, σε μια του περιπέτεια, και τον κύριο Πίπη και έκτοτε άρχισε να αγαπά τα Γκόμπλιν και να συχνάζει, ως σταθερός θαμώνας, στην όμορφη Ταβέρνα τους.